αλφάβητο

αλφάβητο
Κάθε σύστημα γραφής μιας γλώσσας, με την ευρεία έννοια. Πιο ειδικά, είναι το σύνολο των σημείων που χρησιμοποιούνται για τις αλφαβητικές γραφές, οι οποίες διακρίνονται από τις ιδεογραφικές ή τις συλλαβογραφικές. Στην αλφαβητική γραφή, κάθε απλός ήχος αποτελεί μέρος μιας αλυσίδας ήχων, που αποτελούν τη λέξη· κάθε απλός ήχος αναπαρίσταται συνήθως με μόνο ένα σύμβολο και, αντίστροφα, κάθε σύμβολο αντιστοιχεί σε έναν απλό ήχο, που είναι πάντα ο ίδιος. Το πρότυπο αυτού του τύπου γραφής μάς το προσφέρει το αρχαίο ελληνικό α., από το οποίο έχουν προκύψει οι κυριότερες ευρωπαϊκές αλφαβητικές γραφές, όπως η ετρουσκική, η λατινική, η ουμβρική, η ρωσική, η γοτθική, η βουλγαρική, η σερβική, οι ρουνικές και αλβανικές γραφές κλπ. Έτσι, για παράδειγμα, κάθε ήχος της λέξης βάρβαρος υποδηλώνεται με ένα μοναδικό σημείο που διακρίνεται από τα άλλα: β-ά-ρ-β-α-ρ-o-ς. Από την άποψη της γλωσσολογικής μελέτης, o τύπος αυτός γραφής προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα, επειδή επιτρέπει να αναλυθούν με μεγάλη ακρίβεια όλοι οι ήχοι από τους οποίους αποτελούνται οι λέξεις μιας δεδομένης γλώσσας· πολλές φορές όμως οι μεταγραφές είναι κατά προσέγγιση, δηλαδή ασαφείς από φωνητική άποψη. Μπορούμε να διαπιστώσουμε τις ακόλουθες περιπτώσεις: α. Ένα και μόνο διαφορετικό σημείο χρησιμοποιείται για τη γραφική παράσταση ενός ζεύγους διαφορετικών ήχων. Στο αρχαίο ελληνικό α., για παράδειγμα, το X, το Θ, το Φ, αποδίδουν αντίστοιχα τους ήχους KH, ΤΗ, ΠΗ (ωστόσο πρόκειται για μεταγενέστερο νεωτερισμό· στις αρχαϊκές επιγραφές ορισμένων ελληνικών περιοχών χρησιμοποιείται το ΚΗ αντίτου X, π.χ. ΚΗΑΡΙΣ και όχι ΧΑΡΙΣ). β. Το ίδιο σύμβολο περνώντας από τη μία λέξη στην άλλη υποδηλώνει διαφορετικούς ήχους, όπως π.χ. στην αλφαβητική γραφή της σύγχρονης ιταλικής γλώσσας αναπαρίσταται το ίδιο ο ήχος του συμφώνου c που βρίσκεται στη λέξη cane (κάνε = σκύλος) και ο ήχος του ίδιου συμφώνου που βρίσκεται στη λέξη cena (τσένα = δείπνο). γ. Δύο σύμβολα μπορεί να υποδηλώνουν αυτό που στην πραγματικότητα είναι ένας μόνο ήχος, όπως π.χ. στη γραφή της σύγχρονης γαλλικής γλώσσας τα δύο σημεία gn (agneau, ανιό = αρνί) υποδηλώνουν έναν και μόνο ήχο. Το ελληνικό α. σημειώνει οπωσδήποτε σημαντική πρόοδο σε σχέση με το σημιτικό από το οποίο έχει προέλθει. Στη σημιτική γραφή σημειώνονταν μόνο τα σύμφωνα· η λέξη βάρβαρος θα έπρεπε συνεπώς να γραφεί: βρβρς. Το σημιτικό α. έχει αραμαϊκή προέλευση και είχε υιοθετηθεί από πολλούς λαούς εξαιτίας της μεγάλης εξάπλωσης του αραμαϊκού πολιτισμού· από αυτό έχουν προέλθει πολλά άλλα α., ανάμεσα σε αυτά και το συριακό. Από το συριακό αναπτύχθηκε αργότερα –για την ακρίβεια γύρω στον 5o-6o αι. μ.Χ.– το αραβικό, που το υιοθέτησαν έπειτα οι Πέρσες, οι Τούρκοι και άλλοι μουσουλμανικοί λαοί. Το πολύπλοκο και σαγηνευτικό πρόβλημα της προέλευσης της αλφαβητικής γραφής δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει λυθεί ακόμα. Σύμφωνα με ορισμένες θεωρίες, το α. προέρχεται από τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά ή από τη μινωική γραφή· σύμφωνα με άλλες, η αλφαβητική γραφή αντιπροσωπεύει την εξέλιξη των γεωμετρικών προϊστορικών σημείων ή έχει ποικίλη πολιτιστική και γεωγραφική προέλευση (πολυγενετική θεωρία). Αντίθετα, είναι σχεδόν γενικά παραδεκτό ότι οι Φοίνικες έφεραν πρώτοι την αλφαβητική γραφή στον ελληνικό κόσμο. Ο Ηρόδοτος συνδυάζει την εισαγωγή του α. στην Ελλάδα με τη μετανάστευση στα δυτικά του μυθικού Κάδμου, γι’ αυτό και τα γράμματα τα ονόμαζαν καδμήια. Άλλοι συγγραφείς (Διόδωρος Σικελιώτης) τα ονομάζουν πελασγικά, γιατί αναφέρουν ότι οι Πελασγοί πρώτοι χρησιμοποίησαν τα στοιχεία που έφερε ο Κάδμος. Ιστορικά είναι αρκετά δύσκολο να προσδιοριστεί η εποχή της εισαγωγής του, φαίνεται όμως ότι μπορεί να αναχθεί στον 9o αι. π.Χ. Αλλά και οι αρχαίοι συγγραφείς συμφωνούσαν στην απόδοση της επινόησης του α. στους Φοίνικες· άλλες πηγές θεωρούν το α. έργο των Αιγυπτίων, άλλοι υποστηρίζουν ότι η προέλευσή του είναι ασσυριακή, άλλοι ότι είναι κρητική και ότι οι Φοίνικες απλώς τροποποίησαν τα αρχικά σύμβολα. Μερικοί, τέλος, αποδίδουν την επινόηση του α. στους Εβραίους και συγκεκριμένα στον Μωυσή. Το φοινικικό α. είχε 22 γράμματα (σύμφωνα και ημίφωνα) ακροφωνητικά, τη σειρά των οποίων διατήρησαν όλα τα νεότερα α. Οι αρχαίοι Έλληνες το πλούτισαν με τα φωνήεντα, μετατρέποντας το άλεφ σε άλφα, το he σε ε, το ιόντ σε ι, το άιν σε ο, μια μορφή του βαυ σε υ· αργότερα, από τα heth έβγαλαν το μακρό ε, δηλαδή το η και επινόησαν το μακρό ο, δηλαδή το ω. Επινόησαν επίσης τα δασέα σύμφωνα θ, φ, χ, συνέπτυξαν το σάμεχ και το σάντε σε ξ και πρόσθεσαν το ζ και το ψ. Τα παλιά ελληνικά α. διατήρησαν το καφ (u) και το κοφ. Έτσι το ελληνικό α., από 16 γράμματα που είχε κατά τους γραμματικούς, έφτασε τα 24. Οι μεταβολές αυτές έγιναν με αργό ρυθμό, γι’ αυτό υπάρχουν διάφοροι τύποι ελληνικού α., όπως το αιολοδωρικό, το νησιωτικό, το ιωνικό και το αττικό. Τελικά επικράτησε το ιωνικό, που το εισήγαγε επίσημα στην Αθήνα το 403-2 π.Χ. ο ρήτορας Αρχίνος την εποχή του επώνυμου άρχοντα Ευκλείδη, και γρήγορα η χρήση του γενικεύτηκε σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Με αυτό γράφονται και τα νέα ελληνικά. Το λατινικό α. είναι ένα είδος αρχαϊκού ελληνικού α., που οι Έλληνες άποικοι της Κύμης (Cuma) της Ιταλίας έφεραν στη νέα τους εγκατάσταση. Από αυτούς παρέλαβαν τα ψηφία οι Ετρούσκοι, για να γράψουν την άγνωστη, ακόμα και μέχρι σήμερα, γλώσσα τους. To πέρασμα από το ένα α. στο άλλο ήταν φυσικό να γίνει με ορισμένες μεταβολές. Επειδή η λατινική γλώσσα δεν είχε τα δασέα σύμφωνα χ, θ, φ, παραμέρισε τα αντίστοιχα σύμβολα του ελληνικού α. Το σημείο του δίγαμμα (F) χρησιμοποιήθηκε για το σύμφωνο f, ενώ για τη γραφή του ήχου υ χρησιμοποιήθηκε το ίδιο σημείο u, που προέρχεται από το ελληνικό ύψιλον (Υ). Κατά τον 1o αι. π.Χ., οι Λατίνοι πήραν από το ελληνικό α. τα σημεία του ζήτα (Ζ) και του ύψιλον(Υ), αλλά και τα δύο χρησιμοποιήθηκαν μόνο για τη μεταγραφή των σχετικών ελληνικών ήχων. Έτσι, το λατινικό α., με σταθερή χρήση κατά την αυτοκρατορική περίοδο, έφτασε τελικά τα 23 γράμματα. Αφού πρώτα έγινε η επίσημη γραφή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ειδικότερα της δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το λατινικό α. υπήρξε ακόμα για λίγο καιρό η επίσημη γραφή και του Βυζαντινού κράτους, που χρησιμοποιούσε τη λατινική γλώσσα, ωσότου σταδιακά υποχώρησε η χρήση της λατινικής και καθιερώθηκε η ελληνική γλώσσα σε ολόκληρη την αυτοκρατορία για όλες τις χρήσεις. Το λατινικό α. έγινε ύστερα αποδεκτό ως επίσημη γραφή της Εκκλησίας της Ρώμης κι έτσι διαδόθηκε σχεδόν σε όλους τους λαούς που πήραν τη θρησκεία τους από την εκκλησία αυτή. Από το ελληνικό α. –με ποικίλα ενδιάμεσα στάδια, που ακόμα δεν έχουν προσδιοριστεί με ακρίβεια– φαίνεται πως προέκυψαν και οι λεγόμενες ρουνικές γραφές, οι οποίες συναντώνται σε πλήθος επιγραφών που βρέθηκαν στις Σκανδιναβικές χώρες, στις κοιλάδες του Ρήνου και του Δούναβη, στην Αγγλία και στην Ιρλανδία. Οι γραφές αυτές ανάγονται πιθανότατα στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Από το ελληνικό έχει προέλθει και το κυριλλικό, που το υιοθέτησαν οι σλαβικοί λαοί μετά τον προσηλυτισμό τους από την Ορθόδοξη εκκλησία στον χριστιανισμό, και συγκεκριμένα οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί, οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι. Οι υπόλοιποι σλαβικοί λαοί χρησιμοποιούν το λατινικό α. Το λατινικό α., και σε μικρότερο βαθμό το κυριλλικό, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη γραπτή απόδοση γλωσσών που δεν είχαν γραφεί. Η λατινοποίηση ορισμένων γλωσσών (π.χ. βιετναμική, τουρκική) ή η παράλληλη λατινοποίηση (η κινεζική π.χ. διατηρεί τη γραφή της, γράφεται όμως παράλληλα και με λατινικά στοιχεία) έχει μεγάλη συμβολή στον αγώνα κατά του αναλφαβητισμού και μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση πολιτικών προβλημάτων, όπως π.χ. στη διαμόρφωση ενός έθνους. Συνεπώς το α. δεν είναι απλώς ένα τεχνικό όργανο, κεφαλαιώδες βέβαια· εύκολα γίνεται αντιληπτό πως η δημιουργία νέων α. θέτει ένα πολιτικό και πολιτιστικό πρόβλημα. ειδικά α.Επειδή τα καθιερωμένα α. δεν είναι δυνατόν να ανταποκριθούν σε ορισμένες ειδικές ανάγκες, επινοήθηκαν ειδικά α. για την ικανοποίηση ακριβώς αυτών των αναγκών. Ένα από τα γνωστότερα είναι το α. του Μπράιγ για τους τυφλούς, που έγινε διεθνές χάρη στη μεγάλη διδακτική του πρακτικότητα. To όνομά του οφείλεται στον Λουί Μπράιγ, που το επινόησε το 1829, τυφλός o ίδιος, ανακαινίζοντας ριζικά τα προγενέστερα α. με την πολύτιμη προσωπική του εμπειρία. Κάθε γράμμα του Μπράιγ αποτελείται από συνδυασμό μερικών ανάγλυφων τελειών –από μία έως έξι– που τοποθετούνται με βάση μια σταθερή διάταξη. Η τεράστια διάδοση του ευφυέστατου αυτού συστήματος είχε ως επακόλουθο την εμφάνιση ειδικών τυπογραφείων και μιας βιβλιοθήκης Μπράιγ. Το α. Μορς, το οποίο υιοθέτησαν όλες οι χώρες για την τηλεγραφική επικοινωνία, το επινόησε ο Αμερικανός Σάμουελ Μορς το 1835. Αποτελείται από στιγμές και γραμμές που χωρίζονται με διάκενα. Οι γραμμές έχουν τριπλάσιο μήκος από τις στιγμές. Τα διάκενα δεν έχουν σταθερό μήκος· αυξάνει ανάλογα με το αν χωρίζουν στοιχεία ενός γράμματος ή γράμματα μιας λέξης ή λέξεις μιας φράσης. Ένα από τα αρχαιότερα γνωστά ελληνικά αλφάβητα, το οποίο ανάγεται στον 9ο αι. π.Χ. (Αρχαιολογικό Μουσείο Φλωρεντίας· φωτ. Bevilacqua). Βαβυλωνιακή επιγραφή με σφηνοειδείς χαρακτήρες, από τους οποίους –μαζί με τα ιερογλυφικά– έχουν προέλθει, κατά την άποψη πολλών ειδικών επιστημόνων, όλα τα μεταγενέστερα αλφάβητα (φωτ. Sef). Βαβυλωνιακό ορόσημο του 1120 π.Χ., μαρτυρία για δωρεά έκτασης στον Περσικό κόλπο. Ένα τμήμα χετιτικής επιγραφής με ιερογλυφική γραφή, η οποία ανάγεται στις αρχές του 10ου αι. π.Χ. και είναι αναμνηστική για την αφιέρωση ενός ναού στη θεά Κουμπάμπα του Κασούβας, βασιλιά του Καρχεμίς (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο· φωτ. Sef). Η αποκαλούμενη «στήλη της Ροζέτης» (196 π.Χ.) με κείμενο χαραγμένο σε τρεις γλώσσες: αιγυπτιακά ιερογλυφικά, αιγυπτιακά δημοτικά και ελληνικά. Βρέθηκε το 1799 και ήταν το πρώτο κλειδί για την αποκρυπτογράφηση των ιερογλυφικών (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο). Ασσυροβαβυλωνιακή πινακίδα με εγχάρακτη σφηνοειδή γραφή, μια από τις πρώτες μαρτυρίες συλλαβικού αλφαβήτου (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο· φωτ. Igda). Συγκριτικός πίνακας αρχαίων αλφαβήτων.
* * *
το και ἀλφάβητος, η (Μ αλφάβητος, ο και σπάνια η)
1. το σύνολο τών γραμμάτων (τών γραπτών σημείων) γενικά ή ειδικότερα τών φθόγγων κάθε γλώσσας
2. τα είκοσι τέσσερα γράμματα τής ελληνικής γλώσσας, η αλφαβήτα
νεοελλ.
στοιχειώδες βιβλίο που περιέχει το σύνολο τών αναγκαίων γνώσεων ή αρχών ενός επαγγέλματος ή μιας επιστήμης, βιβλίο που εισάγει σε ορισμένο κύκλο γνώσεων «το αλφάβητο τού κομμουνισμού»
μσν.
ποίημα γραμμένο με αλφαβητική ακροστιχίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο όρος πλάστηκε πιθ. αρχικά στη Λατινική (alphabetum) από το όνομα τών δύο αρχικών γραμμάτων τού ελληνικού αλφαβήτου (άλφα, βήτα), από όπου πέρασε μετά στην Ελληνική, ενώ κατ' άλλους η λατ. λ. ξεκίνησε από το ελλην. μσν. ἀλφάβητος*. (Για περισσότερα βλ. λ. αλφάβητα). ΠΑΡ μσν.-νεοελλ. αλφαβητάριο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αλφάβητο — αλφάβητο, το και αλφάβητος, η το σύνολο των γραμμάτων μιας γλώσσας, των γραφτών δηλ. συμβόλων με τα οποία παρασταίνονται οι φθόγγοι: Το αλφάβητο της ελληνικής γλώσσας έχει 24 γράμματα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κυριλλικό αλφάβητο — Σύνολο γραμμάτων που σημειώνουν την έναρξη της γραπτής παράδοσης των σλαβικών γλωσσών. Η ονομασία του αλφαβήτου προέρχεται από τον απόστολο των Σλάβων Κύριλλο, ο οποίος ανέλαβε μαζί με τον αδελφό του, Μεθόδιο, το 863 να κηρύξει τον χριστιανισμό… …   Dictionary of Greek

  • κουφικό αλφάβητο — Αραβικό αλφάβητο, που αναπτύχθηκε κυρίως στην πόλη Κούφα –απ’ όπου προέρχεται η ονομασία του–, έδρα των χαλίφηδων, το οποίο διατηρήθηκε έως τον 10o αι. Στην κουφική γραφή, κομψή και διακοσμητική, επικρατούσαν οι ευθείες γραμμές και οι οξείες… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γλώσσα — ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και οπωσδήποτε η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες αρχαίες γλώσσες που χάθηκαν μαζί με τους λαούς που τις μιλούσαν, όπως η… …   Dictionary of Greek

  • σλαβονικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που αναφέρεται στη Σλαβονία, ιστορική περιοχή τής Κροατίας 2. (το θηλ. ως κύριο όν.) η Σλαβονική η σλαβονική γλώσσα 3. φρ. α) «σλαβονική γλώσσα» σλαβική γλώσσα βασισμένη πρωτίστως στις νοτιοσλαβικές διαλέκτους και κυρίως στην… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… …   Dictionary of Greek

  • Ν, ν — (αρχαία ελληνικά νύ και νώ). Το δέκατο τρίτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Προέρχεται από το σημιτικό  που παρίστανε τον φθόγγο nun (=ιχθύς). Σε όλα τα γνωστά αλφάβητα το σχήμα του ν βρισκόταν πάντα σε στενή σχέση με το σχήμα του μ. Στα… …   Dictionary of Greek

  • Αρμενία — I Ιστορική γεωγραφική περιοχή (περ. 140.000 τ. χλμ.) της δυτικής Ασίας με ασφαλή μάλλον φυσικά σύνορα. Γενικά ως Α. ορίζεται η περιοχή που εκτείνεται σε μήκος μεταξύ του άνω ρου του Ευφράτη και της λεκάνης της Ουρμίας λίμνης και σε πλάτος μεταξύ… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… …   Dictionary of Greek

  • Κύριλλος και Μεθόδιος — (9ος αι. μ.Χ.). Αδελφοί κληρικοί, λόγιοι και ιεραπόστολοι από τη Θεσσαλονίκη, άγιοι της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, «απόστολοι των Σλάβων». Ήταν γιοι του βυζαντινού στρατιωτικού Λέοντα. Ο μεγαλύτερος αδελφός, ο Mεθόδιος (Θεσσαλονίκη 827 – Ρώμη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”